fbpx

Σπ. Γεωργάτος: Νέοι και πανδημία – τα προφανή και τα δυσδιάκριτα

Facebook
Twitter
Email

Άρθρο του καθηγητή Ιατρικής και αντι-πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στην Εφημερίδα των Συντακτών

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), το μεγαλύτερο ποσοστό κρουσμάτων COVID 19 αφορά πλέον την ηλικιακή αγκύλη 25-49 ετών, γεγονός που αποτυπώνεται ανάγλυφα στη μετακίνηση της διάμεσης ηλικίας όσων αρρωσταίνουν από τα 54 (Ιανουάριος-Μάϊος) στα 39 (Ιούνιος-Ιούλιος) χρόνια. Ανάλογα αποτελέσματα δίνει το (αμερικανικό) CDC. Αντικειμενικά λοιπόν, όσο περνάει ο καιρός οι νέοι ενήλικες θίγονται σε ολοένα μεγαλύτερο ποσοστό από τη νόσο.

Απουσία εμβολίου και αιτιολογικής θεραπείας, η  COVID 19 αποτελεί μια εξαιρετικά μεταδοτική και δυνητικά θανατηφόρο ασθένεια. Η θνησιμότητά της στους νέους είναι βέβαια μικρότερη από ό,τι στους ηλικιωμένους, λόγω της μειωμένης συχνότητας υποκείμενων νόσων και  της μεγαλύτερης βιολογικής αντοχής που έχουν τα άτομα αυτής της κατηγορίας. Οι επιπτώσεις όμως στους νέους δεν καθορίζονται μόνο από το πόσο ευάλωτοι είναι στον ιό, αλλά και από τις γενικότερες αλλαγές που έχει επιφέρει και θα εξακολουθήσει να προκαλεί η πανδημία βραχυ-μεσοπρόθεσμα.

Πριν ακόμα κλείσει χρόνος από την πρώτη έξαρση της COVID 19, περισσότερο από 1.5 δισεκατομμύριο παιδιά έχουν βρεθεί εκτός σχολείου. Ο  Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO) επισημαίνει τον δυσανάλογα μεγάλο αντίκτυπο που έχει η πανδημία στις νέες γυναίκες και στους νέους σε χώρες με χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα. Επιπροσθέτως, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι οι μελλοντικές απώλειες για αυτή τη γενιά λόγω της μείωσης των θέσεων εργασίας θα ξεπεράσουν τα 10 τρισεκατομμύρια δολάρια. 

Αν οι απώλειες σε διδακτικές ώρες και θέσεις εργασίας είναι κάτι που γίνεται άμεσα αντιληπτό, υπάρχει κάτι άλλο, που αν και εξίσου απειλητικό για τους νέους, δεν είναι τόσο ευδιάκριτο. Με αφορμή την πανδημία, πολιτικές και οικονομικές ελίτ απεργάζονται τη ριζική αλλαγή του χαρακτήρα της εργασίας και των εργασιακών συνθηκών. Πρόκειται για μια γενικότερη αλλαγή κουλτούρας, που έχει ως πυρήνα τη διευρυμένη έννοια της «ελαστικότητας» (resilience).

Ο οργανισμός Global Business Coalition for Education (GBCeducation) προσδιορίζει την «ελαστικότητα» ως εξής: είναι η ετοιμότητα των νέων να αλλάζουν έγκαιρα δουλειά, ώστε να έχουν συνεχή απασχόληση· και είναι επίσης, μαζί με τις τεχνικές και οι μη-εξειδικευμένες δεξιότητές τους (soft skills), όπως η ικανότητα επικοινωνίας και ανάπτυξης διαπροσωπικών σχέσεων. Αυτές οι δεξιότητες, που κατά τον GBC χρειάζονται ούτως ή άλλως για να ανταποκριθούν οι νέοι στις προκλήσεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, αποκτούν, λένε, ακόμα μεγαλύτερη σημασία κάτω από τις συνθήκες της πανδημίας. 

Λόγω της αντοχής τους, αλλά και του «ρομαντισμού» τους, οι νέοι καλούνται να υποστηρίξουν «κοινωνικά ωφέλιμες» δράσεις, όπως η βοήθεια στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, η επικουρία του συστήματος υγείας και η επικοινωνία ανάμεσα στις κρατικές υπηρεσίες και τους ψηφιακά μη εξοικειωμένους πολίτες. Οι νέοι θα «γεμίσουν» έτσι τα κενά που δημιουργούνται στην κοινωνική συνοχή από τα περιοριστικά μέτρα και τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, προσφέροντας ταυτόχρονα μια φτηνή λύση για προβλήματα που ενδέχεται να παρουσιαστούν στο μέλλον. 

Πρόκειται για την υποκατάσταση των κλασικών επαγγελμάτων και των συγκεκριμένων θέσεων που καταλαμβάνουν οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας από ένα φάσμα επινοημένων «ειδικοτήτων», κοινό στοιχείο των οποίων είναι ο υποβοηθητικός, διαμεσολαβητικός ρόλος. Η νέα έννοια της «ελαστικότητας» υπαγορεύει στο εκπαιδευτικό σύστημα πολύ συγκεκριμένα πράγματα: λιγότερη έμφαση σε εξειδικευμένες/μηχανιστικές γνώσεις και περισσότερη στην «εκπαίδευση χαρακτήρα» (character education)· λιγότερο βάρος στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και περισσότερο στην καλλιέργεια οικουμενικών «αρετών», όπως ο αυτό-έλεγχος, η ικανότητα επίλυσης διαφορών, η λήψη ορθών αποφάσεων υπό πίεση, η προσήλωση στις ηθικές αξίες. Αυτό σημαίνει βέβαια λιγότερη πραγματική εκπαίδευση -και μικρότερο δημόσιο κόστος για την Παιδεία.   

Ένα από τα εργαλεία για την εμπέδωση αυτής της νέας κουλτούρας είναι η  δημιουργία και η εγκατάσταση διάφορων ενοχικών συνδρόμων, όπως η ενοχή που προκύπτει από την δήθεν «ανεύθυνη» και «επιπόλαια» στάση των νέων σε περιόδους κρίσης. Σε δύσκολες εποχές όπως η σημερινή, οι νέοι δεν πρέπει να κυκλοφορούν και να συναθροίζονται, ούτε να αναπτύσσουν τις κοινωνικές τους σχέσεις, αλλά να καλλιεργούν τις ατομικές τους ικανότητες και την αίσθηση ατομικής ευθύνης. Εάν το πείραμα αυτό πετύχει μεγάλες μάζες της νεολαίας θα έχουν εθελουσίως προσχωρήσει  σε ένα «κίνημα» κοινωνικού αυτισμού, που είναι αριστοτεχνικά επενδεδυμένος με τον μανδύα της υπευθυνότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Η αποκάλυψη και η αναίρεση αυτών των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων δεν περιλαμβάνει βέβαια την ανεύθυνη συμπεριφορά, δηλαδή τις αυθαίρετες πρακτικές, την παραβίαση των μέτρων πολιτικής προστασίας ή την απείθεια απέναντι στους κανόνες της συντεταγμένης Πολιτείας. Η απάντηση στα «soft skills» που εισηγείται το νεοφιλελεύθερο μοντέλο είναι τα ευγενή και αυθεντικά αντίστοιχά τους, που δεν είναι καθόλου «soft» και προκύπτουν ως αποτέλεσμα της πραγματικής Παιδείας. 

Πανδημία ή όχι, μας χρειάζεται επειγόντως ένα καινούργιο υπόδειγμα κοινωνικής ενεργοποίησης -και γιατί όχι στράτευσης- των νέων, στο πλαίσιο μιας μετα-κρισιακής ανοικοδόμησης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το αντίπαλο δέος της νεοφιλελεύθερης «ελαστικότητας» δεν είναι η υπεράσπιση των συντεχνιακών κεκτημένων και του «αυτονόητου» των πελατειακών εξυπηρετήσεων, αλλά οι σαφείς προγραμματικοί στόχοι που οφείλουν να βάλουν στο προσκήνιο οι προοδευτικές δυνάμεις. 

Αν δεν μας φρονημάτισε η επώδυνη εμπειρία των μνημονίων, η πανδημία και τα παρεπόμενά της καθιστούν πλέον προφανή αυτή την ανάγκη. Τα «ρωμαλέα κινήματα» της νεολαίας θα μείνουν στο συλλογικό μας φαντασιακό, αν δεν υπάρξει ένας ριζικά μεταρρυθμιστικός λόγος, που θα συνεγείρει τους νέους και θα επανατοποθετήσει την Παιδεία και την Εργασία στη θέση που τους αξίζει. Δεν μιλάμε για το πολύ μακρινό μέλλον, αλλά κάτι που πρέπει να γίνει μέσα στον πυρετό της κρίσης που βιώνουμε τώρα και μέσα στο περιβάλλον των επόμενων κρίσεων, που αναμφισβήτητα θα έρθουν μετά απ’ αυτή. 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >