fbpx

Γ. Μαυρογιώργος: Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ως Εφιάλτης (μέρος Ε)

Facebook
Twitter
Email

Όλα έχουν την πολιτική τους σημασία

Και εδώ θα έχουμε τη συνδρομή πανεπιστημιακών «εργολάβων» της αξιολόγησης. Με απασχολεί, ιδιαίτερα, η περίπτωση ορισμένων πρώην «αριστερών» που ξαφνικά περιφέρονται σε κόμματα εξουσίας και σε κυβερνητικές καρέκλες και παίζουν ένα πολύ «βρώμικο» πολιτικό παιγνίδι. Κεφαλαιοποιούν το βιογραφικό τους στην «αριστερά», με αρνητικό πρόσημο για την ίδια την αριστερά, καθώς αφήνουν να εννοηθεί ότι η μεταγραφή τους ήταν μια νομοτελειακή εξέλιξη.

Λες και μέσα από διαδικασίες αναστοχασμού, «αφύπνισης» και «διαύγασης» συνειδητοποίησαν τις μεγάλες τους αυταπάτες και απώλειες που είχαν όσο ήταν στρατευμένοι στην αριστερά για να στραφούν στον «παράδεισο» του νεοφιλελευθερισμού. Η μεταγραφή, δηλαδή, προβάλλεται ως προστιθέμενο κύρος και υπόληψη στο έργο που αναλαμβάνουν να προσφέρουν από τη νέα τους πολιτική θέση. Ξεχνούν, ωστόσο, ότι όσο και επεξεργασμένος κι αν είναι ο υφέρπων αντιαριστερός γενιτσαρισμός τους, είναι αυτός που αποδομεί αποκαλυπτικά τα αφηγήματά τους.

Προφανώς, υπάρχουν πολλών ειδών αριστεροί. Επιλέγω να αναφερθώ σε δύο στους οποίους αφιερώνω το κείμενο αυτό. Η μία είναι οι «κατά φαντασίαν αριστεροί». Είναι αυτοί που με την πρώτη ευκαιρία, μέσα από ραγδαίες διεργασίες, απαλλάσσονται από τις φαντασιώσεις τους για να ενταχτούν σε αντίπαλα στρατόπεδα, κατά προτίμηση σε κόμματα εξουσίας νεοφιλελεύθερου προσανατολισμού.

Η άλλη κατηγορία είναι ορισμένοι «εκ γενετής αριστεροί» που θεωρούν «ιδιοκτησία» τους το κόμμα, με τις εφημερίδες του κόμματος, τις κομματικές ηλεκτρονικές σελίδες, τις συνδικαλιστικές παρατάξεις που πρόσκεινται σε αυτό και τα συναφή κοινωνικά δίκτυα και συμπεριφέρονται ως «ιδιοκτήτες της αριστεράς», τόσο που να διεκδικούν να ασκούν face control σε «συντρόφους» και επιλεκτική λογοκρισία ακόμα και σε θέματα σαν κι αυτό που διαπραγματευόμαστε εδώ. 

Εκτρέπονται σε συκοφαντίες εναντίον συντρόφων για να καθαρίσουν το τοπίο. Το πιο θλιβερό είναι ότι όταν οι ίδιοι νιώθουν ότι συκοφαντούνται, πάλι ως «ιδιοκτήτες», θρασύδειλοι όμως, βάζουν μπροστά συνδικαλιστικές παρατάξεις, έντυπα και φιλικά ηλεκτρονικά, ακόμα και δημοτικές παρατάξεις να τους υπερασπίζονται «γενικώς και αορίστως» για την αριστεροσύνη τους, χωρίς να μιλήσουν για την ταμπακέρα. Πρόκειται για δυο σοβαρές περιπτώσεις «πολιτικής αλητείας» και αγυρτείας, που στην ουρά τους σέρνουν ευτελείς ιδιοτέλειες που έχουν να κάνουν με την άσκηση εξουσίας.

Δεν υπάρχει χώρος στην αξιολόγηση για προσωπικές στρατηγικές και ιδιοτέλειες.  Κι αυτό αφορά και σε όσους πανεπιστημιακούς επιλέξουν να στρατευθούν στην υπόθεση νομιμοποίησης της βαρβαρότητας που επιφυλάσσει το σχέδιο της ολοκληρωτικής αξιολόγησης στην ελληνική εκπαίδευση. Αφορά ακόμη και στους εκπαιδευτικούς εκείνους που με περίσσια αλαζονεία διατυμπανίζουν ότι δε φοβούνται την αξιολόγηση και δηλώνουν ακόμα και εθελοντές.

Τι, άραγε, μας λέει η προβοκατόρικη  παρρησία ορισμένων εκπαιδευτικών που ισχυρίζονται ότι «κάνουν τόσο καλά τη δουλειά τους που δε φοβούνται την αξιολόγηση»; Μήπως, ότι έχουν συμβιβαστεί με το θανάσιμο εναγκαλισμό διδασκαλίας και αξιολόγησης; Αυτούς η κυβερνητική εξουσία σίγουρα θα τους αναζητήσει για να τους αξιοποιήσει ως το «καλό παράδειγμα» ή ως «καλή πρακτική». Δεν έχουν, κατά πως φαίνεται, κάνει ένα βήμα πίσω για να συνειδητοποιήσουν πως, αν πράγματι δε φοβούνται, αυτό οφείλεται, μάλλον, στο γεγονός ότι έχουν αποφασίσει να συμμορφωθούν άνευ όρων, οπότε; Όλοι μας, λίγο-πολύ, είμαστε σε μια κατάσταση αμήχανης διερώτησης για το πώς φτάσαμε εδώ, χωρίς να νιώσουμε το φάντασμα που ξανάρχεται ως εφιάλτης!

Ας αναρωτηθούμε πόσοι είναι ήδη εγγεγραμμένοι από τους εκπαιδευτικούς, όλων των βαθμίδων, στα ποικίλα «μητρώα αξιολογητών»; Το επάγγελμα του αξιολογητή, μια νεοφιλελεύθερη επινόηση, κάνει θραύση. Διαθέτουμε ήδη τρία προπλάσματα «οίκων αξιολόγησης» και στην εκπαίδευση (ΑΔΙΠ, ΑΔΙΠΠΔΕ, ΕΟΠΠΕΠ).

Σε πολλά Τμήματα Επιστημών Εκπαίδευσης λειτουργούν περιζήτητα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών με αντικείμενο «Διοίκηση και Αξιολόγηση». Ο PISA πηγαινοέρχεται ανενόχλητος σε μια χώρα που κατατάσσεται στους «ουραγούς», από το 2000 μέχρι και σήμερα, με τις αντίστοιχες «κρίσεις πανικού». Οι Ολυμπιάδες καλά κρατούν. Στα πρότυπα και στα πειραματικά η αξιολόγηση έχει εγκατασταθεί πάνω σε εξαναγκασμένους εκπαιδευτικούς. Αλλιώς, πώς να εξηγήσουμε αυτή την ιδιαιτερότητα στην «αλυσίδα» αυτών των σχολείων.

Μοιάζει λίγο με μια μορφή πολιορκίας, με τη συνδρομή αξιολογητών και θυμίζει κάτι από τα «Τείχη» του Καβάφη:

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.

Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.

A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.

Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

Τι μπορούμε να κάνουμε

Σε άλλα κείμενά μας έχουμε ασχοληθεί διεξοδικά με την ολοκληρωτική και κατασταλτική αξιολόγηση που επιχειρείται και τις συμμαχίες αντίστασης που θα χρειαστεί να κάνουν οι εκπαιδευτικοί σε μια πάλη που θα διαρκέσει. Αν μας ενδιαφέρουν οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις συμβουλευτικής υποστήριξης, ευαισθητοποίησης, κριτικής επαναδιαπραγμάτευσης και συνειδητοποίησης των εκπαιδευτικών, θα χρειαστεί να αναζητήσουμε τις δυνατότητες που μας προσφέρει το σχολείο στο πλαίσιο άσκησης εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Η αξιοποίηση της σχετικής αυτονομίας των σχολείων, με δραστηριοποίηση του συλλόγου διδασκόντων ανοίγει τα περιθώρια για εμβάθυνση και διεύρυνση της δημοκρατίας στο σχολείο.

Ένα πρόγραμμα αντίστασης στην παλινόρθωση της αξιολόγησης είναι αναγκαίο και να  έχει ως στόχο τη μετακίνηση των εκπαιδευτικών από τον επαγγελματισμό προς τη ριζοσπαστική επαγγελματική πρακτική. Αυτή που μεταμορφώνει τη σχέση του εκπαιδευτικού με την εργασία που προσφέρει στο σχολείο ώστε να αμβλύνεται και να αποδυναμώνεται η αναπαραγωγική λειτουργία του σχολείου.

Χρειαζόμαστε ένα νέο όραμα εργασίας για τον εκπαιδευτικό με σαφή προσανατολισμό απόδρασης από το τυχαίο, το αυτονόητο, το δεδομένο και από τις παραδόσεις των επαγγελματικών συνταγών. Χρειαζόμαστε μια διαδικασία όπου μειώνεται ο χώρος της αντίδρασης και τη θέση παίρνει η χειραφετητική πράξις που απελευθερώνει από τον εξαναγκασμό και την αυταπάτη της συνήθειας και του αποτελεσματικού, την εξάρτηση, την ψευδαίσθηση, τη διαστρέβλωση, και την ψευδή συνείδηση. Σε μια τέτοια υπόθεση, είναι πρωταρχικής σημασίας η μαζική αντίσταση στο σχέδιο ολοκληρωτικής επιβολής των μέτρων της ολοκληρωτικής αξιολόγησης που ήδη επαναφέρεται.

Αναζητούμε, στο πλαίσιο μιας «εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής» σχολικής μονάδας, μορφές συμβουλευτικής συναδελφικής υποστήριξης από «κριτικούς φίλους», από τα μέσα και από τα κάτω, που να εξουσιοδοτεί τον εκπαιδευτικό, με υπεύθυνο και ενημερωμένο τρόπο, να αναλαμβάνει τον έλεγχο της εργασίας του. Αυτό είναι υπόθεση μιας αντίπαλης εκπαιδευτικής πολιτικής.

Εμπίπτει στην αρμοδιότητα των δασκάλων να παίρνουν τη σκέψη και την κρίση στα χέρια τους, να αναπτύσσουν πρωτοβουλίες, να ελέγχουν τις επαγγελματικές τους πρακτικές και να επανεξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους μεσολαβούν στην αναπαραγωγική λειτουργία του σχολείου. Η κοινωνική τους προέλευση το υποδηλώνει. Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών μας διδάσκει ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν σημαντική και πραγματική εξουσία, παρά την ασύμμετρη διαπραγματευτική τους σχέση με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς.

Στην περίπτωση της αξιολόγησης δεν μπορεί να είναι απλοί κι αμήχανοι αποδέκτες σχεδίων και προτάσεων στις οποίες εκφράζουν την αντίδραση τους. Οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που έχουν τη δύναμη και την εξουσία να αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία δράσεων για ένα ευρύ «Μέτωπο», επειδή το θέμα δεν αφορά αποκλειστικά στους ίδιους αλλά το μέλλον του δημόσιου σχολείου.

Εάν δεν καταφέρουμε να αναχαιτίσουμε τα σχέδια που έχουν στα συρτάρια τους οι νεοφιλελεύθεροι κυβερνήτες για την αξιολόγηση, το δημόσιο σχολείο σε λίγα χρόνια θα είναι ένα υβρίδιο σχολείο της αρπακτικής καπιταλιστικής αγοράς και οι εκπαιδευτικοί «επιχειρηματίες του εαυτού τους». Ήδη, πολλοί έχουν γίνει κυνηγοί μετρήσιμων μορίων. Κι αυτό, παρά τη ρητορική των κυβερνώντων, δεν είναι ούτε «αριστεία» ούτε αξιοκρατία. Είναι βαθιά υποβάθμιση στην αρένα της αγοράς.

* ο Γιώργος Μαυρογιώργος είναι ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

▸ διαβάστε εδώ το μέρος Α

▸ διαβάστε εδώ το μέρος Β

▸ διαβάστε εδώ το μέρος Γ

▸ διαβάστε εδώ το μέρος Δ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >