fbpx

Γ. Μαυρογιώργος: Πανδημία και «διαγνωστικές εξετάσεις» PISA (μέρος Α)

Facebook
Twitter
Email

Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γιώργος Μαυρογιώργος γράφει για την πανδημία, την αξιολόγηση και τις εξετάσεις PISA

Το Παρατηρητήριο για την Παιδεία δημοσιεύει το πρώτο μέρος

Η πανδημία ως εργαλείο παρακυβέρνησης

Μια διετία, τώρα, προτού καν συνέλθει από το «σοκ και δέος» της χρεωκοπίας και των μνημονίων μιας άτεγκτης κηδεμονίας εκ μέρους εταίρων-δανειστών, η ήδη εξουθενωμένη ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται εκ νέου σκληρά μέσα στη δίνη της «πανδημίας», που επιτείνεται από τις αλλεπάλληλες μεταλλάξεις του ιού αλλά και από τις αλλοπρόσαλλες «παθητικές» και αμυντικές κυβερνητικές πολιτικές που ασκούνται για την αντιμετώπισή της.

Στην κορύφωση αυτής της κρίσης και σε μια περίοδο μεγάλης αγωνίας και αβεβαιότητας που προκαλούν τα ανησυχητικά δεδομένα που καταγράφονται για τη δημόσια υγεία από την επέλαση της παραλλαγής «Ο», η κυβέρνηση άνοιξε τα σχολεία, καθώς, μετά το Βατερλό της τηλεκπαίδευσης CISCO, ανακάλυψε όψιμα τη στρατηγική σημασία που έχει η «ζώσα παιδαγωγική συνάντηση».

Μάλιστα, σύμφωνα με κυβερνητικούς ισχυρισμούς, το άνοιγμα των σχολείων, καθώς η μετακίνηση μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών είναι ελεγχόμενη με self tests, τις πρώτες ημέρες, λειτούργησε ως παράπλευρος μηχανισμός ιχνηλάτησης θετικών κρουσμάτων ή σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, «εν δυνάμει θετικών κρουσμάτων». Πανηγυρίζουν, μάλιστα, οι κυβερνώντες για τη θετική πλευρά που είχε η καταγραφή πολύ μεγάλου αριθμού κρουσμάτων, μια και «αν δεν είχαν ανοίξει τα σχολεία, δεν θα είχαμε εντοπίσει αυτά τα κρούσματα» (Ν. Κεραμέως).

Οι μολύνσεις, δηλαδή, δε θα είχαν ανιχνευθεί εάν δεν άνοιγαν τα σχολεία, καθώς τα περισσότερα κρούσματα αφορούσαν σε ασυμπτωματικούς. Πρόκειται για μια εκ των υστέρων κυβερνητική δημόσια εκτίμηση, η οποία μας επιτρέπει να ισχυριστούμε ότι υπάρχουν άρρητοι κυβερνητικοί σχεδιασμοί που αφήνουν ίχνη πολιτικών επιλογών «ανοσίας αγέλης».

Φαίνεται πως η κυβέρνηση της ΝΔ δε θα μας επιτρέψει να θρηνούμε για τις απώλειες αγαπημένων μας προσώπων, ούτε να ζούμε με το φόβο της επόμενης στιγμής για την υγεία μας. Μας καλεί συστηματικά σε πρακτικές απόδρασης από το πεδίο της πολύπλευρης κρίσης.

Σε μια  περίοδο όπου οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων, οι μαθητές/τριες και οι φοιτητές/τριες, όπως και οι γονείς, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα «οριακών» εμπειριών επιβίωσης, ανάμεσα σε άλλα, η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει, για την άνοιξη του 2022 (μετά το Πάσχα), την πρώτη πιλοτική εφαρμογή σε πανελλαδικό επίπεδο, των εξετάσεων διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές ΣΤ’ Δημοτικού και Γ’ Γυμνασίου.

Λες και έχουν επινοήσει τρόπους να προστατεύουν το εγχείρημα μέτρησης των σχολικών επιδόσεων με «αλεξίσφαιρο νανογιλέκο», ώστε οι εξεταζόμενοι και οι επιδόσεις τους να μην επηρεάζονται καθόλου από την τρέχουσα πολύπλευρη κρίση! Ή ότι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος, με βάση τις επιδόσεις των μαθητών/τριών σε εθνικό, περιφερειακό και σε επίπεδο σχολικής μονάδας (αυτός είναι ο λόγος που επικαλούνται για τη θεσμοθέτηση των διαγνωστικών εξετάσεων), είναι αναγκαία και εφικτή!

Σε μια περίοδο που η ομαλή λειτουργία της εκπαίδευσης έχει ανατραπεί ανεπανόρθωτα από τις αλλεπάλληλες αναστατώσεις και τις απρόβλεπτες διευθετήσεις που σημειώνονται πολύ συχνά, ποια είναι η προτεραιότητα και η αναγκαιότητα πιλοτικής εφαρμογής της «αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος»;

Είναι προφανές ότι η επιστημονικοφανής προσφυγή και επίκληση του «πιλοτικού χαρακτήρα» της πρώτη φοράς εκπίπτει, επί της αρχής, ως αναξιόπιστη και ως στερούμενη εγκυρότητας. Άλλωστε, όταν στα σχολεία επικρατεί αναβρασμός με τις πρώτες εφαρμογές εξωτερικής και εσωτερικής αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί η πρόσθετη αυτή αξιολόγηση που υποτίθεται πως έχει ως σκοπό την αξιολόγηση του εκπαιδευτικούς συστήματος, σε εθνικό, περιφερειακό και σε επίπεδο σχολείου;

Έχουμε να κάνουμε με μια επιπλέον επιβάρυνση της υποχρεωτικής ελληνικής εκπαίδευσης με πρόσθετες εξετάσεις. Είναι προφανές ότι η όλη βιομηχανία των αλλεπάλληλων εξεταστικών και αξιολογικών διαδικασιών εντάσσονται στο γνωστό κυβερνητικό μότο «Αξιολόγηση Παντού». Ο πρόεδρος του ΙΕΠ μας είχε προειδοποιήσει με εμφανή αυταρχισμό από την πρώτη στιγμή. Η νεοφιλελεύθερη, εξάλλου, κατ’ επίφαση ανεξάρτητη αρχή, ΑΔΙΠΠΔΕ έχει πολλούς λόγους να ενεργοποιηθεί στην υπόθεση της λεγόμενης «διασφάλισης ποιότητας» στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Πρέπει να δικαιολογεί την ύπαρξή της!

Σε τι εξυπηρετεί η εκπαιδευτική πολιτική «Αξιολόγηση Παντού»; Και πώς δεν αφουγκράζονται τον ορυμαγδό και τον πάταγο που κάνουν οι ψευδεπίγραφες υποσχέσεις και ευφημισμοί περί «αυτονομίας, μεγαλύτερης ελευθερίας στη διδασκαλία, αυξημένης διαφάνειας, διάγνωσης και ενδυνάμωσης»;

Ποιος δε γνωρίζει ότι η εντατικοποίηση και ο συνδυασμός πολλαπλών μορφών αξιολόγησης στην υποχρεωτική δημόσια εκπαίδευση συγκροτούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο ελέγχου της εκπαιδευτικής διαδικασίας, που είναι εις βάρος της καθαυτό εκπαιδευτικής διαδικασίας; Κάτι που, σε τελευταία ανάλυση, εντείνει τον ταξικό της χαρακτήρα, κάτι που είναι εις βάρος μαθητών/τριών από μη-προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.

Αν ενδιαφέρονται για μετρήσεις και ποσοτικοποιήσεις, έχουν υπολογίσει το χρόνο, την ενέργεια και το κόστος που έχει η διαρκής έγνοια και συμμετοχή των δασκάλων και των μαθητών/τριών τους σε αλλεπάλληλες εμπειρίες αξιολόγησης; Έχουν υπολογίσει πόσο αναπνέει ή πόσο συρρικνώνεται ο χρόνος του «μαθήματος», όταν αυτός ροκανίζεται ή όταν το μάθημα επισκιάζεται από το «φάντασμα και τον εφιάλτη της αξιολόγησης παντού»;

Με το γράμμα του νόμου: διαγνωστικές εξετάσεις

Επειδή, με την ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση της ΝΔ, και επειδή σε περίοδο «έκτακτης ανάγκης» ή «εξαίρεσης» έχουν έρθει τα πάνω κάτω στην εκπαίδευση και έχει παραχθεί υπερβολικά μεγάλος όγκος κυβερνητικών κειμένων εκπαιδευτικής πολιτικής, είναι δύσκολη υπόθεση η πλήρης ενημέρωση και η μελέτη τους. Γι’ αυτό θεωρώ απαραίτητο να αναφερθώ εδώ στο γράμμα του σχετικού νόμου σε σχέση με το θέμα που με απασχολεί.

Οι σχετικές εξεταστικές δοκιμασίες έχουν θεσμοθετηθεί ήδη από το καλοκαίρι του 2021, με το νόμο 4823 και τον παραπλανητικό τίτλο «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών». Στο Μέρος Δ’ με τίτλο «Διατάξεις για την αυτονομία(;) της σχολικής μονάδας» και στο Κεφάλαιο Α’ με τίτλο «Μεγαλύτερη(!) ελευθερία στην οργάνωση της διδασκαλίας», οριοθετούνται με κάθε δυνατή λεπτομέρεια οι δυνατότητες επιλογής διδακτικού βιβλίου και καθορίζεται εξονυχιστικά το όλο πλέγμα αξιολόγησης της επίδοσης των μαθητών/τριών, στη διάρκεια του σχολικού έτους.

Για να ακολουθήσει επόμενο κεφάλαιο με τίτλο «Θέσπιση πλαισίου αυξημένης διαφάνειας και λογοδοσίας», όπου ανάμεσα σε άλλα, με το άρθρο 104 που φέρει τον τίτλο «Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος» καθορίζονται οι λεπτομέρειες «εξετάσεων διαγνωστικού χαρακτήρα» που διενεργούνται κάθε σχολικό έτος σε εθνικό επίπεδο για τους μαθητές/τριες της ΣΤ’ Τάξης των δημοτικών σχολείων και τους μαθητές/τριες της Γ’ Τάξης των γυμνασίων σε θέματα ευρύτερων/γενικών γνώσεων των γνωστικών αντικειμένων της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών.

Ως συνήθως, ο συγκεκριμένος νόμος παραπέμπει σε μια μεγάλη σειρά υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων, με τις οποίες εξειδικεύονται περαιτέρω οι κρίσιμες λεπτομέρειες εφαρμογής των μέτρων, κάτι που καθιστά ψευδεπίγραφη τη δέσμευση και υπόσχεση για «Μεγαλύτερη(!) ελευθερία στην οργάνωση της εν γένει εκπαιδευτικής διαδικασίας».

Πρόκειται βέβαια, όπως ήδη σημειώσαμε, για μια προσφιλή πρακτική του επιτελικού κράτους να προσφεύγει συστηματικά σε ευφημισμούς περί «αναβάθμισης, διάγνωση, αυτονομίας», διαφάνειας, ενδυνάμωσης, ποιότητας και αριστείας» για να μπορεί να συσκοτίζει και να αποκρύπτει τις άκρως συντηρητικές και αντιλαϊκές εκπαιδευτικές πολιτικές που ασκούνται.

Κι αυτό είναι κάτι που γίνεται συστηματικά με τις νομοθετικές αλχημείες της κυβέρνησης. Οι εξετάσεις αν και τις καθιερώνουν με «διαγνωστικό χαρακτήρα για τους μαθητές» (sic!), όλως αυθαιρέτως μετατρέπονται σε μέσο και εργαλείο για την εξαγωγή πορισμάτων σχετικά με την «πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και σε επίπεδο σχολικής μονάδας».

Έχουμε να κάνουμε με συνειδητή κανονιστική αλχημεία με την οποία επιχειρείται να συνδεθούν «διαγνωστικές» εξετάσεις μαθητών/τριών σε θέματα «ευρύτερων/ γενικών γνώσεων» με μια δήθεν πολυεπίπεδη (εθνικό, περιφερειακό και επίπεδο σχολικής μονάδας) αξιολόγηση της πορείας υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών! Κάπου εδώ μας έχουν μπερδέψει, καθώς φέρνουν στο προσκήνιο  διαμορφωτικού χαρακτήρα διαδικασίες αξιολόγησης.

Διακηρύξεις όπως οι παραπάνω, στις οποίες σκοντάφτουμε κάθε φορά που διαβάζουμε νόμους, προεδρικά διατάγματα και εγκυκλίους του υπουργείου Παιδείας, δεν έχουν βέβαια άμεση σχέση με αυτά που εφαρμόζονται στην πράξη, παρά την υποτιθέμενη εποπτεία και τον έλεγχο που ασκείται. Συνήθως, η εισβολή του «κοινωνικού» στα προγράμματα σπουδών, στις αίθουσες διδασκαλίας και στα σχολεία ακυρώνει κι ανατρέπει τους σχεδιασμούς.

Ωστόσο, η εκδοχή «κυβερνητικής παιδαγωγικής», που συνήθως επιστρατεύεται σε αυτές τις περιπτώσεις, επιτελεί μια σημαντική λειτουργία: έχει ως βασικό σκοπό να θεμελιώσει την υποτιθέμενη αναγκαιότητα των μέτρων και να εκμαιεύσει τη συναίνεση των εμπλεκομένων. Φαντάζομαι ότι την παιδαγωγική ρητορική στο συγκεκριμένο θέμα την έχουν επινοήσει οι επικεφαλής του εγχειρήματος: ο «πολυχρονεμένος» και «διακομματικός» πρόεδρος της ΑΔΙΠΠΔΕ, που διακρίνεται για τη μοντελοποίηση και τυποποίηση κάθε πτυχής της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ο πρόεδρος του ΙΕΠ.

Με το γράμμα του νόμου, λοιπόν, έχουμε -πέραν των άλλων εξετάσεων- τις ακόλουθες ρυθμίσεις: 

● κάθε σχολικό έτος εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα,
● οι εξετάσεις γίνονται σε μαθητές/τριες ΣΤ’ Δημοτικού και Γ’ Γυμνασίου,
● αντικείμενα εξέτασης: Νεοελληνική Γλώσσα και Μαθηματικά,
● με υπουργική απόφαση είναι δυνατόν να διενεργούνται αντίστοιχες εξετάσεις και σε άλλα, πέραν των δύο παραπάνω, αντικείμενα,
● με υπουργική απόφαση είναι δυνατή η διενέργεια αντίστοιχων εξετάσεων για τους μαθητές/τριες οποιασδήποτε άλλης τάξης.

Όπως αντιλαμβανόμαστε, έχουμε μια προσχεδιασμένη δυνατότητα επέκτασης των συγκεκριμένων εξετάσεων σε όλες τις τάξεις και σε περισσότερα μαθήματα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Ήδη έχουμε την άσκηση των πρώτων πιέσεων προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ένωση Ελλήνων Φυσικών έβγαλε ανακοίνωση διαμαρτυρίας «Για την Ελληνική PISA», εξ αιτίας του αποκλεισμού της Φυσικής. 

Έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος είναι ο «νονός» που βάφτισε τις εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα του ν. 4823/2021 σε «Ελληνική/ό PISA»; Τι είναι αυτό που ονομάζουν πλέον «Ελληνική/ό PISΑ» αν και δεν αναφέρεται στο σχετικό εδάφιο του παραπάνω νόμου; Πώς συνδέεται αντικειμενικά (δεν πρόκειται για συνωμοσία) η  ατζέντα των διαγνωστικών εξετάσεων με το μεγαλεπήβολο project της άκρως επιτυχημένης υπουργού Παιδείας της ΝΔ, που αξιοποίησε και αξιοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία για να επιφέρει με βίαιο και αυταρχικό τρόπο τα πιο συντηρητικά, νεοφιλελεύθερα και αντιλαϊκά πλήγματα στη δημόσια ελληνική εκπαίδευση;

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >