Άρθρο του Γιώργου Χουρδάκη, PhD Φυσικής και πρώην διευθυντή του γραφείου του αναπλ. υπουργού Έρευνας & Καινοτομίας Κώστα Φωτάκη
Το 430 π.Χ. κατά το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου, τρομερός λοιμός εκδηλώθηκε στην πόλη της Αθήνας. Ο Θουκυδίδης αποτυπώνοντας την απόλυτη απόγνωση των ανθρώπων αναφέρει: «Ούτε οι γιατροί, που για πρώτη φορά αντιμετώπιζαν την αρρώστια και δεν την ήξεραν, μπορούσαν να βοηθήσουν …ούτε τίποτε άλλο. Και οι παρακλήσεις στους θεούς και στα μαντεία δεν ωφέλησαν σε τίποτε και οι άνθρωποι, αποκαμωμένοι από την λοιμική, τα παράτησαν και αυτά».
Αντίθετα από την αρχαία Αθήνα, οι σύγχρονες κοινωνίας μας στην πρόσφατη πανδημία βρήκαν κάποιες σταθερές βάσεις για να στηριχτούν και κατάφεραν παρά το βαρύτατο τίμημα σε ανθρώπινες ζωές να διασώσουν τουλάχιστον την ελπίδα. Αξίζει να καταγραφούν οι σταθερές αυτές βάσεις ως παρακαταθήκη και πολύτιμα διδάγματα για το μέλλον.
Επιστήμη
Από την πρώτη ημέρα της πανδημίας οι επιστήμονες και ερευνητές σε όλο τον κόσμο ξεκίνησαν μια εργώδη προσπάθεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αξιοποιώντας τη συσσωρευμένη επιστημονική γνώση και εμπειρία η οποία είχε κατά κανόνα παραχθεί στο πλαίσιο ελεύθερης και δημόσιας χρηματοδοτούμενης έρευνας στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, κατάφεραν σε σύντομο χρονικό διάστημα να κατανοήσουν τη φυσιολογία του ιού και να σχεδιάσουν αποτελεσματικά εμβόλια και φάρμακα.
Οι σύγχρονες κοινωνίες θεμελιωθήκαν πάνω στην πίστη για τις απεριόριστες δυνατότητες της Επιστήμης και την αντίληψη ότι αποτελεί μια βασική κινητήρια δύναμη προόδου. Τα τελευταία χρόνια η αντίληψη αυτή εμφανίζει ανησυχητικές ρωγμές. Κάτω από την πίεση της βιομηχανοποίησης και της παγκοσμιοποίησης αμφισβητείται το φαινόμενο και οι συνέπειες της Κλιματικής Αλλαγής. Συντηρητικές κυβερνήσεις υιοθετούν αντιεπιστημονικά επιχειρήματα και προτάσσουν τη λειτουργία των αγορών έναντι της Δημόσιας υγείας. Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός αναθεωρεί παγιωμένες αρχές της Εξελικτικής Βιολογίας και της Ιατρικής. Από την άλλη πλευρά ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού νιώθοντας τη ζωή τους να συνθλίβεται από “αόρατες δυνάμεις” της οικονομίας που δεν μπορούν να εκλογικεύσουν, υιοθετούν θολές και ανορθολογικές θεωρίες συνομωσίας.
Η πρόσφατη πανδημία οφείλει να εδραιώσει ξανά την πίστη μας στον ορθολογισμό ταυτόχρονα με την καθολική απαίτηση για μια επιστήμη που υπηρετεί πρωτίστως τις ανάγκες της κοινωνίας.
Δημόσιες Υποδομές
Από την αρχή το Δημόσιο Σύστημα Υγείας αποτέλεσε το βασικό ανάχωμα και την ύστατη αμυντική γραμμή στον πόλεμο της πανδημίας. Οι σύγχρονοι ήρωες της καθημερινότητας μας είναι το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό των νοσοκομείων. Ενάντια στις κυρίαρχες πολιτικές αντιλήψεις για μικρότερο δημόσιο τομέα και εκχώρηση δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών στον ιδιωτικό, η πρόσφατη εμπειρία κατέδειξε την αναγκαιότητα για ένα ενδυναμωμένο δημόσιο σύστημα Υγείας, με αυτάρκεια εξοπλισμού και προσωπικού.
Ακόμα και σε χώρες όπως η Ελλάδα, οι οποίες επέλεξαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας να μην επενδύσουν σε υποδομές υγείας, η συνεισφορά του εθνικού συστήματος ήταν ανυπολόγιστη. Όχι μόνο στον υγειονομικό τομέα αλλά και στο επίπεδο της ηθικής. Αρκεί να αντιπαραβληθεί η κοινωνική αλληλεγγύη που επέδειξε το υγειονομικό προσωπικό των νοσοκομείων με την απάθεια και τον ενίοτε κερδοσκοπικό καιροσκοπισμό του ιδιωτικού τομέα. Παρόμοια, τα δημόσια Πανεπιστήμια που τόσο έχουν συκοφαντηθεί στη χώρα μας ως άντρα ανομίας και αναρχίας, διέσωσαν με την συνεχή λειτουργία τους μια εκδοχή κανονικότητας.
Κρατικές παρεμβάσεις
Κάτω από την υγειονομική, κοινωνική και πολιτική πίεση της πανδημίας οι περισσότερες κυβερνήσεις έλαβαν σημαντικά δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας. Αντικατοπτρίζοντας την ταξική μεροληψία των κυβερνήσεων, οι παρεμβάσεις αυτές ήταν συχνότατα προσανατολισμένες υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων και των πολυεθνικών. Το γενικό συμπέρασμα όμως είναι ότι ενάντια στις κυρίαρχες φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις διακυβέρνησης που πρεσβεύουν ένα συρρικνωμένο και ελάχιστα παρεμβατικό κράτος, η πανδημία απέδειξε ότι η διέξοδος βρίσκεται στις εκτεταμένες δημόσιες παρεμβάσεις στην οικονομία, στην επιστήμη, στην έρευνα, στην υγεία, στην εκπαίδευση.
Η κυρίαρχη ιδεολογία του «Δυτικού κόσμου» αντιλαμβάνεται τα άτομα ως μεμονωμένες υπάρξεις που αναζητούν με τρόπο ιδιοτελή και ανταγωνιστικό την ικανοποίηση των προσωπικών τους αναγκών και φιλοδοξιών. «Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα που λέγεται κοινωνία. Υπάρχουν μόνο τα άτομα και οι οικογένειες τους», διακήρυττε η ιέρεια του συντηρητικού νεοφιλελευθερισμού Margaret Thatcher. Στον αντίποδα αυτού βρίσκεται η αντίληψη ότι οι άνθρωποι μπορούν να απελευθερωθούν και να ευημερήσουν μόνο ως μέλη μιας αλληλέγγυας κοινωνίας που έχει θέσει την οικονομία στην υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος και των λαϊκών αναγκών.
Η αντιπαράθεση αυτή υπερβαίνει το πλαίσιο των θεωρητικών αναζητήσεων ή της επιλογής ενός βελτιωμένου μοντέλου διακυβέρνησης. Αφορά πλέον την καθημερινότητα μας και το είδος της κοινωνίας στο οποίο θέλουμε να ζήσουμε. Γιατί το μέλλον μας επιφυλάσσει πολλές προκλήσεις. Νέες πανδημίες θα προκύψουν, νέες περιβαλλοντικές κρίσεις απόρροια της Κλιματικής Αλλαγής και δραματικές αλλαγές στις παραγωγικές-κοινωνικές σχέσεις από την επερχόμενη 4η Βιομηχανική επανάσταση. Απέναντι στην νέα πραγματικότητα ο καθένα από εμάς θα πρέπει να είναι έτοιμος «για ν’ αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει».